Please use this identifier to cite or link to this item: https://olympias.lib.uoi.gr/jspui/handle/123456789/29176
Full metadata record
DC FieldValueLanguage
dc.contributor.authorΑπρίλη, Χριστίνα-Κωνσταντίναel
dc.date.accessioned2018-10-29T11:56:32Z-
dc.date.available2018-10-29T11:56:32Z-
dc.identifier.urihttps://olympias.lib.uoi.gr/jspui/handle/123456789/29176-
dc.identifier.urihttp://dx.doi.org/10.26268/heal.uoi.2915-
dc.rightsDefault License-
dc.subjectΣυμπάθειαel
dc.subjectΔικαιοσύνηel
dc.subjectΠάθηel
dc.subjectΩφελιμότηταel
dc.subjectΑμερόληπτος παρατηρητήςel
dc.subjectΓενικοί κανόνεςel
dc.subjectSympathyen
dc.subjectJusticeen
dc.subjectPassionsen
dc.subjectUtilityen
dc.subjectImpartial spectatoren
dc.subjectGeneral rulesen
dc.titleΣυμπάθεια και δικαιοσύνη στους David Hume και Adam Smithel
dc.titleSympathy and justice on David Hume and Adam Smithen
heal.typemasterThesis-
heal.type.enMaster thesisen
heal.type.elΜεταπτυχιακή εργασίαel
heal.classificationΣυμπάθειαel
heal.dateAvailable2018-10-29T11:57:32Z-
heal.languageel-
heal.accessfree-
heal.recordProviderΠανεπιστήμιο Ιωαννίνων. Φιλοσοφική Σχολή. Τμήμα Φιλοσοφίας Παιδαγωγικής και Ψυχολογίαςel
heal.publicationDate2018-
heal.bibliographicCitationΒιβλιογραφία: σ. 125-133el
heal.abstractΗ παρούσα εργασία αποτελεί την εκπόνηση της διπλωματικής μου εργασίας με τίτλο «Συμπάθεια και Δικαιοσύνη στους David Hume και Adam Smith». Στόχος είναι να αναλυθούν οι κύριοι εννοιολογικοί όροι του φιλοσοφικού συστήματος των σκώτων φιλοσόφων. Συγκεκριμένα, η εργασία αφορά στη συγκριτική παρουσίαση των θεωριών των Hume και Smith και πραγματεύεται την έννοια της συμπάθειας (sympathy) στον Hume και την επίδραση που ασκεί αυτή στην αρετή της δικαιοσύνης (justice), καθώς παρουσιάζει και τον τρόπο με τον οποίο ο Smith τροποποιεί το περιεχόμενο των εν λόγω εννοιών. Η εργασία διαιρείται σε δύο κεφάλαια. Στο πρώτο κεφάλαιο αναπτύσσεται η έννοια της συμπάθειας και οι απαραίτητες προϋποθέσεις ανάδυσής της, ενώ στο δεύτερο η δικαιοσύνη και οι απαραίτητοι όροι που την προϋποθέτουν. Για τον Hume, η έγερση της συμπάθειας προϋποθέτει την εκδήλωση των παθών της υπερηφάνειας (pride) και της ταπεινοφροσύνης (humility). Τα συγκεκριμένα πάθη έχουν ως αντικείμενο τον εαυτό (self) και επιδρούν στην ηθική διαμόρφωση των δρώντων, καθώς η εκδήλωση της υπερηφάνειας αποδίδει ευχαρίστηση, ενώ της ταπεινοφροσύνης δυσαρέσκεια. Σύμφωνα με τον φιλόσοφο, οι δρώντες παρακινούνται στην εκδήλωση ενός ηθικού βίου, εξαιτίας της διάθεσης τους να βιώσουν την ωφελιμότητα (utility) που χαρακτηρίζει ένα αντικείμενο, έναν χαρακτήρα, μια αρετή. Εξαιτίας, της ωφέλιμης ποιότητας των αντικειμένων, όπως και των αποτελεσμάτων που προκύπτουν από τις ηθικές πράξεις, επιδοκιμάζουν οι δρώντες το υπόλοιπο κοινωνικό σύνολο. Η επιδοκιμασία, ωστόσο, όπως παρουσιάζεται, θα εκδηλωθεί ύστερα από την έγκριση της διαγωγής του δρώντος από τον αμερόληπτο παρατηρητή. Για τον Hume, ο αμερόληπτος παρατηρητής υποδεικνύει τον ορθό τρόπο διαγωγής, ελέγχοντας τα αίτια και τα αποτελέσματα των πράξεων σε συνδυασμό με τις περιστάσεις εντός των οποίων εκδηλώθηκαν οι πράξεις. Βέβαια, η διάθεση των δρώντων να δρουν με ηθικό τρόπο, ερείδεται στην επιθυμία τους να εγείρουν τη συμπάθεια του αμερόληπτου παρατηρητή και ταυτόχρονα να αναπτύσσουν την αρετή της ευμένειας. Η ευμένεια (benevolence) για τον Hume συνιστά σημαντική αρετή για την ηθική διαμόρφωση των δρώντων, καθώς αποσκοπεί στην εκδήλωση της ευημερίας τους και την αποφυγή διάπραξης οποιασδήποτε αδικίας. Η έγερση της συμπάθειας, σύμφωνα με τον Hume, επιδρά στη διαμόρφωση και διατήρηση της δικαιοσύνης, καθώς, προκειμένου να προστατευτεί η ιδιοκτησία (property), είναι απαραίτητο οι δρώντες να διάγουν έναν ηθικό βίο που θα επιδοκιμάζεται από τον αμερόληπτο παρατηρητή. Η δικαιοσύνη αποτελεί για τον Hume τεχνητή αρετή (artificial virtue), μια ανθρώπινη σύμβαση η οποία θεμελιώνεται στην ιδιοκτησία των δρώντων, την οποία και προστατεύει, καθώς, εξαιτίας της ατομικής ιδιοκτησίας, αυξάνεται αφενός το πάθος της υπερηφάνειας στους δρώντες και αφετέρου η ευχαρίστηση που λαμβάνουν από την απόκτηση της ιδιοκτησίας. Η διατήρηση της δικαιοσύνης είναι σημαντική, καθώς διασφαλίζει την κοινωνική αρμονία. Η δικαιοσύνη, κατά τον Hume, χαρακτηρίζεται από κοινωνική ωφελιμότητα και εφαρμόζεται με την τήρηση των γενικών κανόνων (general rules), ήτοι των κανόνων συμπεριφοράς. Οι γενικοί κανόνες ρυθμίζουν την ορθή διαγωγή, ωθώντας τους δρώντες να δίνουν υποσχέσεις (promises) από την πραγματοποίηση των οποίων εξαρτάται η διασφάλιση της δικαιοσύνης. Όπως η δικαιοσύνη, οι γενικοί κανόνες και οι υποσχέσεις θεωρούνται κοινωνικές συμβάσεις. Αναφορικά με τη φιλοσοφία του Smith, η συμπάθεια αποτελεί το αλληλέγγυο αίσθημα των δρώντων με οποιοδήποτε αίσθημα. Η βασική διαφορά του Smith από τον Hume έγκειται στο ότι η συμπάθεια είναι προϋπόθεση για την εκδήλωση των παθών. Η ηθική διαγωγή των δρώντων στο φιλοσοφικό σύστημα του Smith προκύπτει από τη διάθεση των δρώντων να επιδοκιμάζονται για τις πράξεις τους από τον αμερόληπτο παρατηρητή και συγκεκριμένα να διαμορφώνουν με τέτοιο τρόπο της διαγωγή τους, ώστε να μην επιδοκιμάζεται απλώς η διαγωγή τους, αλλά να χαρακτηρίζεται και αξιέπαινη. Προκειμένου να είναι ηθική η διαγωγή των δρώντων είναι απαραίτητο από όλα τα πάθη της ανθρώπινης φύσης να ταπεινωθούν τα αντικοινωνικά πάθη (antisocial passions) και κυρίως το πάθος του παροργισμού (resentment). Ωστόσο, όλα τα πάθη κρίνονται και επιδοκιμάζονται από τον αμερόληπτο παρατηρητή, όταν ελέγχει την ευπρέπεια (propriety) και την αξιομισθία (merit) της πράξης, παράλληλα προς τις συγκείμενες συνθήκες, λαμβάνοντας ως κριτήριο τον τρόπο με τον οποίο θα δρούσε ο ίδιος υπό τις εν λόγω περιστάσεις. Ο Smith, εντούτοις, δεν υποστηρίζει πως η δικαιοσύνη συνιστά τεχνητή αρετή, αλλά θεωρεί ότι πρόκειται για φυσική αρετή (natural virtue), η οποία ασκείται εν σχέσει με το πάθος του παροργισμού. Συγκεκριμένα, όταν το πάθος του παροργισμού εκδηλώνεται πέραν του επιτρεπτού ορίου, το οποίο δύναται να επιδοκιμάσει ο αμερόληπτος παρατηρητής, τότε θεωρείται άξιο αποδοκιμασίας και επέρχεται η τιμωρία του πράττοντος. Από την άλλη, το εν λόγω πάθος συνιστά το θεμέλιο της δικαιοσύνης, καθώς ο φυσικός παροργισμός του πράττοντος, όταν ικανοποιείται με ηθικούς όρους, αποσκοπεί στην ανταπόδοση της βλάβης που υπέστη ο πάσχων, καθώς λειτουργεί ως φύλακας της εφαρμογής της εν λόγω αρετής. Τότε η απόδοση της τιμωρίας θεωρείται αναγκαία, καθώς στοχεύει στη διασφάλιση της κοινωνικής αρμονίας. Η δικαιοσύνη για τον Smith, αποτελεί, επιπλέον, αρνητική αρετή, καθώς αποτρέπει με τους κανόνες της την εκδήλωση επιζήμιων για το κοινωνικό σύνολο πράξεων, Συνεπώς, αν οι πράξεις θεωρούνται αναξιόμισθες είναι απαραίτητο να τιμωρείται ο πράττων, προκειμένου να σωφρονιστεί ο ίδιος και να παραδειγματίζεται το υπόλοιπο κοινωνικό σύνολο. Παρ’ ότι ο Smith, δεν αναφέρει την ωφελιμότητα ως το βασικό κριτήριο προσδιορισμού των ποιοτήτων, θεωρεί ότι χαρακτηρίζει τις ανθρώπινες πράξεις, αλλά προηγείται το κριτήριο της ευπρέπειας της πράξης ως κριτήριο επιδοκιμασίας της διαγωγής των δρώντων. Η συμπάθεια ως το αλληλέγγυο πάθος επιδρά στη διαμόρφωση της δικαιοσύνης, καθώς οι πράττοντες ενδιαφέρονται να εγείρουν την επιδοκιμασία του αμερόληπτου παρατηρητή. Ο ιδεατός παρατηρητής στον Smith, καταλήγει να λάβει τη μορφή της συνείδησης, η οποία επιδοκιμάζει ή αποδοκιμάζει τον πράττοντα για τις πράξεις που εκδηλώνει. Η συμμόρφωση των δρώντων προς τις επιταγές του έσω αυτού κριτή ηθικοποιούν τον πράττοντα, εγείροντας αφενός, τη συμπάθεια του κοινωνικού συνόλου και ικανοποιώντας αφετέρου, την ανησυχία του για την καταλληλότητά του εντός του κοινωνικού συνόλου. Κοινή θέση και στη φιλοσοφική θεωρία του Smith αποτελούν οι γενικοί κανόνες συμπεριφοράς, εξαιτίας των οποίων οι δρώντες αναγκάζονται, αν δεν επιθυμούν να τιμωρηθούν για τις απρεπείς τους πράξεις, να συμμορφωθούν προς τις επιταγές των εν λόγω κανόνων. Ωστόσο, ο Smith δεν αναφέρεται σε υποσχέσεις τις οποίες καλούνται να ικανοποιήσουν οι δρώντες, ώστε να εφαρμόζεται η αρετής της δικαιοσύνης. Για τον Smith, απαραίτητη αρετή, η οποία προστατεύει την αρετή της δικαιοσύνης θεωρείται η αυτοκυριαρχία (self-command), εξαιτίας της οποίας, οι δρώντες περιορίζουν τη φιλαυτία τους και συμπεριφέρονται με ηθικό τρόπο, αποφεύγοντας να αντιμετωπίζονται ως άξιοι τιμωρίας.el
heal.abstractThe present dissertation is the elaboration of my dissertation with the title “Sympathy and Justice on David Hume and Adam Smith”. Its objective is to analyze the main meanings of these Scottish philosophical theories. Specifically, this dissertation refers to the comparative presentation of Hume’s and Smith’s theories and deals with the meaning of sympathy on Hume and the effect that it has on the conformation of justice, since it also presents the way in which Smith modifies the content of these meanings.The dissertation is divided into two units. The meaning of sympathy and the essential prerequisites of its development are analyzed in the first unit, while justice and the necessary terms of its conformation are analyzed in the second unit. According to Hume, the development of sympathy is affected by the passions of pride and humility, which associate with the self. The actors want to gain sympathy and the approbation from the other actors, because of the utility which accompanies an item, a character, a virtue. For Hume, a moral behavior is always approved by the impartial spectator and thus the actors gain sympathy. However, in order to gain sympathy the actors have to act properly, as justice and the general rules demand. According to Hume, justice is an artificial virtue, which is established in property and property consists the main right that is protected by justice. According to Smith, sympathy is the fellow-feeling with any other feeling. Smith’s basic difference to Hume has to do with the prerequisite of sympathy for the development of the passions. For Smith, the actors gain the sympathy from the impartial spectator when they control their passions and specifically the antisocial ones and behave morally, according to general rules. For the philosopher, resentment is the main passion that can destroy the social unit, but also it can protect justice because it is the foundation of this virtue, when it is satisfied with moral terms; because of resentment, Smith supports that justice is a natural virtue.en
heal.advisorNameΠουρνάρη, Μαρίαel
heal.committeeMemberNameΠουρνάρη, Μαρίαel
heal.committeeMemberNameΔρόσος, Διονύσιοςel
heal.committeeMemberNameΠρελορέντζος, Ιωάννηςel
heal.academicPublisherΠανεπιστήμιο Ιωαννίνων. Φιλοσοφική Σχολή. Τμήμα Φιλοσοφίας Παιδαγωγικής και Ψυχολογίαςel
heal.academicPublisherIDuoi-
heal.numberOfPages137 σ.-
heal.fullTextAvailabilitytrue-
Appears in Collections:Διατριβές Μεταπτυχιακής Έρευνας (Masters) - ΦΠΨ

Files in This Item:
File Description SizeFormat 
Μ.Ε. ΑΠΡΙΛΗ ΧΡΙΣΤΙΝΑ-ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ 2018.pdf1.16 MBAdobe PDFView/Open


This item is licensed under a Creative Commons License Creative Commons