Please use this identifier to cite or link to this item:
https://olympias.lib.uoi.gr/jspui/handle/123456789/39044
Full metadata record
DC Field | Value | Language |
---|---|---|
dc.contributor.author | Χρηστάκη, Μαρία | |
dc.date.accessioned | 2025-06-17T10:41:01Z | - |
dc.date.available | 2025-06-17T10:41:01Z | - |
dc.identifier.uri | https://olympias.lib.uoi.gr/jspui/handle/123456789/39044 | - |
dc.rights | Default License | - |
dc.subject | Κίρρωση | el |
dc.subject | Διαστολική Δυσλειτουργία | el |
dc.title | Διαστολική δυσλειτουργία της αριστερής κοιλίας στην κίρρωση: συχνότητα, διερεύνηση της συσχέτισης με την συστολική λειτουργία, την νεφρική λειτουργία και την κλινική έκβαση και ο ρόλος της ενδοτοξιναιμίας και των β-αποκλειστών | |
dc.type | doctoralThesis | en |
heal.type | doctoralThesis | el |
heal.type.en | Doctoral thesis | en |
heal.type.el | Διδακτορική διατριβή | el |
heal.classification | Κίρρωση | |
heal.dateAvailable | 2025-06-17T10:42:02Z | - |
heal.language | el | el |
heal.access | free | el |
heal.recordProvider | Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων. Σχολή Επιστημών Υγείας | el |
heal.publicationDate | 2024-12-13 | - |
heal.abstract | Η διαστολική δυσλειτουργία της αριστερής κοιλίας είναι η πιο πρώιμη και κύρια εκδήλωση της κιρρωτικής μυοκαρδιοπάθειας, ειδικά στους ασθενείς με ασκίτη ενώ η συστολική λειτουργία είναι συνήθως φυσιολογική στην ηρεμία. Ως επικρατέστερος παθογενετικός μηχανισμός έχει προταθεί η αυξημένη φλεγμονώδης δραστηριότητα, ωστόσο υπάρχουν ελάχιστα δεδομένα. Περιορισμένα είναι επίσης τα δεδομένα για την μακροπρόθεσμη σύνδεση της ΔΔΑΚ με την εμφάνιση συμβαμάτων ρήξης αντιρρόπησης, ηπατονεφρικού συνδρόμου και την επιβίωση. Δεν υπάρχει έως τώρα γνωστή θεραπεία για τη ΔΔΑΚ. Ωστόσο, πρόσφατη μελέτη έδειξε ότι ο β-αποκλειστής καρβεδιλόλη μπορεί να βελτιώσει την ΔΔΑΚ σε ασθενείς με κίρρωση. Στόχος: Η παρούσα μελέτη εκτίμησε την συχνότητα της ΔΔΑΚ σε κιρρωτικούς ασθενείς με και χωρίς ασκίτη και διερεύνησε τη συσχέτιση της ΔΔΑΚ με τη συστηματική φλεγμονώδη δραστηριότητα, την συστηματική αιμοδυναμική, το δραστικό ενδαγγειακό όγκο και τη νεφρική λειτουργία και αιμοδυναμική στους ασθενείς με ασκίτη. Επιπρόσθετα, εκτιμήθηκε η συχνότητα της ΔΔΑΚ σε ασθενείς με ασκίτη ανάλογα με τη λήψη του β-αποκλειστή προπρανολόλη και διερευνήθηκε η επίδραση της αντικατάστασής της με καρβεδιλόλη στη διαστολική λειτουργία. Τέλος, εκτιμήθηκε ο κίνδυνος ρήξης αντιρρόπησης και ηπατονεφρικού συνδρόμου στους ασθενείς με ασκίτη ανάλογα με την παρουσία και τη βαρύτητα της ΔΔΑΚ. Μέθοδοι: Η μελέτη εκτίμησε προοπτικά 292 ασθενείς με κίρρωση, 215 με ασκίτη ανταποκρινόμενο στα διουρητικά και κρεατινίνη ορού <1.5mg/dl και 77 ασθενείς χωρίς ασκίτη. Όλοι οι ασθενείς παρακολουθούνταν στο εξωτερικό Ηπατολογικό Ιατρείο της Α’ Παθολογικής Κλινικής του Πανεπιστημιακού νοσοκομείου Ιωαννίνων από το Μάιο του 2014 έως το Μάιο του 2020. Η διάγνωση της ΔΔΑΚ βασίστηκε στις κατευθυντήριες γραμμές της Αμερικανικής Εταιρείας Υπερηχοκαρδιογραφίας του 2009 ως η παρουσία πρώιμης διαστολικής ταχύτητας πλήρωσης διαμέσου του διαφραγματικού άκρου του μιτροειδικού δακτυλίου (septal e’) <8 cm/s και του ελεύθερου άκρου του μιτροειδικού δακτυλίου (lateral e’) <10 cm/s. Εκτιμήθηκε επίσης ο δείκτης όγκου του αριστερού κόλπου (left atrial volume index [LAVI]). Η βαρύτητα της ΔΔΑΚ κατηγοριοποιήθηκε ως βαθμός 1: e’<8 cm/sec, E/e’ λόγος ≤8, E/A λόγος<0.8 και DT>200 ms, βαθμός 2: e’<8 cm/sec, E/e’ 98 λόγος 9–12, E/A λόγος 0.8–1.5 και DT 160–200 ms και βαθμός 3: e’<8 cm/sec, E/e’ λόγος ≥13, E/A λόγος ≥2 και DT<160 ms (κύμα E: μέγιστη ταχύτητα πρώιμης πλήρωσης της αριστερής κοιλίας κατά την πρώιμη φάση της κοιλιακής διαστολής, κύμα Α: ταχύτητα πλήρωσης της αριστερής κοιλίας κατά την τελική φάση όπου συμμετέχει η συστολή του αριστερού κόλπου, DT [deceleration time[: χρόνος επιβράδυνσης του κύματος Ε). Η συστολική λειτουργία της αριστερής κοιλίας εκτιμήθηκε με το κλάσμα εξώθησης στην ηρεμία (φυσιολογική τιμή >50%). Εκτιμήθηκαν επίσης σε ασθενείς με ασκίτη δείκτες φλεγμονώδους δραστηριότητας όπως η δεσμευτική πρωτεΐνη του λιποπολυσακχαριδίου (Lipopolysaccharide Binding Protein [LBP]), ο παράγοντας νέκρωσης όγκου-α (tumor necrosis factor-α [TNF-α]) και η ιντερλευκίνη-6 (interleukin-6 [IL-6]), παράγοντες της συστηματικής αιμοδυναμικής όπως η μέση αρτηριακή πίεση (ΜΑΠ), η καρδιακή παροχή (ΚΠ) και η συστηματική αγγειακή αντίσταση (ΣΑΑ) ως ο λόγος ΜΑΠ/ΚΠ, αγγειοδραστικοί παράγοντες όπως δραστηριότητα ρενίνης πλάσματος (ΔΡΠ), αλδοστερόνη και νοραδρεναλίνη πλάσματος και με ραδιοισοτοπικές μεθόδους η νεφρική λειτουργία (ρυθμός σπειραματικής διήθησης [ΡΣΔ]) και η νεφρική αιμοδυναμική (νεφρική ροή αίματος [ΝΡΑ]). Οι ασθενείς με ασκίτη και ΔΔΑΚ που λάμβαναν προπρανολόλη τυχαιοποιήθηκαν σε αναλογία 2:1 να αντικαταστήσουν την προπρανολόλη με καρβεδιλόλη 12.5mg ημερησίως για 6 μήνες ή να συνεχίσουν με προπρανολόλη και εκτιμήθηκαν οι μεταβολές στην διαστολική λειτουργία σε συνδυασμό με μεταβολές στην συστηματική αιμοδυναμική και τη νεφρική λειτουργία υπολογιζόμενη με την εξίσωση MDRD (Modification of Diet in Renal Disease)-6. Εκτιμήθηκε η κλινική έκβαση των ασθενών με ασκίτη συμπεριλαμβανομένων της εμφάνισης επεισοδίων ρήξης αντιρρόπησης, ηπατονεφρικού συνδρόμου και της θνητότητας λόγω επιπλοκών της κίρρωσης στη διάρκεια μακράς παρακολούθησης. Οι ασθενείς παρακολουθούνταν έως τη μεταμόσχευση ήπατος, την τοποθέτηση ενδοηπατικής πυλαιοσυστηματικής αναστόμωσης, θανάτου ή έως το Μάιο 2023. Με πολυπαραγοντική ανάλυση εκτιμήθηκε η ύπαρξη παραγόντων με ανεξάρτητη συσχέτιση με την παρουσία και τη σοβαρότητα της ΔΔΑΚ. Η δοκιμασία Spearman χρησιμοποιήθηκε για τη συσχέτιση του λόγου E/e’ με άλλες μεταβλητές με το δείκτη συσχέτισης (r) >0.6 να σημαίνει ισχυρή συσχέτιση. Η πιθανότητα εμφάνισης ηπατονεφρικού συνδρόμου και η επιβίωση σύμφωνα με την ύπαρξη και τη σοβαρότητα της ΔΔΑΚ εκτιμήθηκαν με τις καμπύλες Kaplan-Meier και οι διαφορές συγκρίθηκαν με το log rank test. Η τιμή p<0.05 θεωρήθηκε σημαντική για όλες τις αναλύσεις. Αποτελέσματα: ΔΔΑΚ διαγνώστηκε σε 142 (66%) ασθενείς με ασκίτη: 1ου βαθμού σε 81 (57%), 2ου βαθμού σε 43 (30.3%) και 3ου βαθμού σε 18 (12.7%). Σε αντίθεση, μόνο 9 (11.6%) ασθενείς χωρίς ασκίτη είχαν LVDD (p<0.001 έναντι εκείνων με ασκίτη): 1ου βαθμού σε 8 και 2ου βαθμού σε 1 ασθενή, αντίστοιχα. Όλοι οι ασθενείς είχαν φυσιολογικό κλάσμα εξώθησης. Μεταξύ των ασθενών με ασκίτη, τα επίπεδα LBP του ορού ήταν σημαντικά υψηλότερα σε αυτούς με ΔΔΑΚ 1ου βαθμού και 2ου/3 ου βαθμού συγκριτικά με τους ασθενείς χωρίς ΔΔΑΚ (p=0.001 και p<0.001, αντίστοιχα). Τα επίπεδα LBP ήταν επίσης σημαντικά υψηλότερα στους ασθενείς με ΔΔΑΚ 2ου/3 ου βαθμού συγκριτικά με αυτούς με ΔΔΑΚ 1ου βαθμού (p<0.001). Τα επίπεδα TNF-α και IL-6 ορού ήταν σημαντικά υψηλότερα στους ασθενείς με ΔΔΑΚ 2ου/3 ου βαθμού συγκριτικά με τις 2 άλλες υποομάδες (p<0.001). Οι ασθενείς με ΔΔΑΚ 2ου/3 ου βαθμού είχαν σημαντικά μικρότερες τιμές ΜΑΠ και ΚΠ συγκριτικά με τους ασθενείς των 2 άλλων υποομάδων (p<0.001). Η ΔΡΠ ήταν σημαντικά υψηλότερη στους ασθενείς με ΔΔΑΚ 1ου και 2/3ου βαθμού έναντι αυτών χωρίς ΔΔΑΚ (p<0.001) και σε αυτούς με ΔΔΑΚ 2ου/3 ου βαθμού έναντι αυτών με ΔΔΑΚ 1ου βαθμού. Τα επίπεδα αλδοστερόνης και νοραδρεναλίνης πλάσματος ήταν σημαντικά υψηλότερα στους ασθενείς με ΔΔΑΚ 2ου/3 ου βαθμού συγκριτικά με τους ασθενείς των 2 άλλων υποομάδων (p<0.001). Οι ασθενείς με ΔΔΑΚ 2ου/3 ου βαθμού είχαν σημαντικά υψηλότερα ΡΣΔ και ΝΡΑ συγκριτικά με τους ασθενείς με ΔΔΑΚ 1ου βαθμού (p<0.001 and p=0.005, αντίστοιχα) ή χωρίς ΔΔΑΚ (p<0.001) ενώ δεν σημειώθηκαν διαφορές μεταξύ των ασθενών με ΔΔΑΚ 1ου βαθμού και χωρίς ΔΔΑΚ. Τα επίπεδα LBP ορού (p=0.004) και ΔΡΠ (p=0.03) σχετίστηκαν ανεξάρτητα με την ύπαρξη ΔΔΑΚ 1ου βαθμού ενώ τα επίπεδα LBP (p<0.001) και TNF-α (p=0.01), η ΚΠ (p=0.04), η ΔΡΠ (p<0.001), τα επίπεδα νοραδρεναλίνης (p=0.003) και ο ΡΣΔ (p=0.009) σχετίστηκαν ανεξάρτητα με την ύπαρξη ΔΔΑΚ 2ου/3 ου βαθμού. Διαπιστώθηκε μία ισχυρή συσχέτιση του λόγου E/e’ με τα επίπεδα LBP (r=0.731; p<0.001), ΔΡΠ (r=0.714; p<0.001) και ΡΣΔ (r=-0.609; p<0.001) στους ασθενείς με ΔΔΑΚ και ασκίτη. Μικρότερου βαθμού αλλά σημαντικές συσχετίσεις παρατηρήθηκαν με τη ΜΑΠ (r=0.565; p=0.008), την ΚΠ (r=0.478; p=0.01), τα επίπεδα αλδοστερόνης (r=0.416; p=0.03) και νοραδρεναλίνης πλάσματος (r=0.502; p=0.03), τα επίπεδα TNF-α (r=0.390; p-0.01) και IL-6 (r=0.327; p=0.02) και τη ΝΡΑ (r=0.316; p=0.04). Μεταξύ των 96 ασθενών που λάμβαναν προπρανολόλη 64 τυχαιοποιήθηκαν να λάβουν καρβεδιλόλη και 32 συνέχισαν την προπρανολόλη. Η διαστολική λειτουργία βελτιώθηκε σημαντικά στους 6 μήνες στην ομάδα της καρβεδιλόλης, όπως φάνηκε από τη σημαντική μείωση του λόγου E/e’ (p=0.04) και του LAVI (p=0.03) και τη σημαντική αύξηση του λόγου E/A (p=0.04), σε συνδυασμό με σημαντικές αυξήσεις της ΣΑΑ και του ΡΣΔ (p=0.03 and p=0.04, αντίστοιχα). Δεν παρατηρήθηκαν σημαντικές μεταβολές στους ασθενείς που έλαβαν προπρανολόλη. Επανεμφάνιση ασκίτη στη διάρκεια της παρακολούθησης σημειώθηκε σημαντικά συχνότερα στους ασθενείς με ΔΔΑΚ έναντι αυτών χωρίς ΔΔΑΚ: 36/142 (24.6%) έναντι 10/73 (13.6%), p=0.02 ενώ δεν παρατηρήθηκαν διαφορές μεταξύ των υποομάδων όσον αφορά την εμφάνιση κιρσορραγίας και την ηπατικής εγκεφαλοπάθειας. Ηπατονεφρικό σύνδρομο διαγνώστηκε σε 27 ασθενείς μετά από μία μέση παρακολούθηση 22.8±2.1 (5-46) μηνών. Ο 5ετής κίνδυνος εμφάνισης ηπατονεφρικού συνδρόμου ήταν οριακά σημαντικά υψηλότερος σε ασθενείς με ΔΔΑΚ έναντι αυτών χωρίς ΔΔΑΚ (23.3% vs. 9%;p=0.05) ενώ ήταν σημαντικά υψηλότερος σε ασθενείς με ΔΔΑΚ 2ου/3 ου βαθμού έναντι εκείνων με ΔΔΑΚ 1ου βαθμού (35.5% έναντι 14.4%, p=0.01) και των ασθενών χωρίς ΔΔΑΚ (35.5% έναντι 9%, p=0.002). Οι ασθενείς με ΔΔΑΚ 1ου βαθμού και χωρίς ΔΔΑΚ είχαν παρόμοιο κίνδυνο ηπατονεφρικού συνδρόμου. Απεβίωσαν 82 ασθενείς λόγω επιπλοκών της κίρρωσης μετά από μία μέση παρακολούθηση 38.8±1.8 μηνών (εύρος: 3–107 μήνες): 23 λόγω κιρσορραγίας, 18 λόγω ηπατονεφρικού συνδρόμου, 17 λόγω βακτηριακών λοιμώξεων, 12 λόγω ηπατοκυτταρικού καρκίνου και 12 λόγω ηπατικής ανεπάρκειας. Οι ασθενείς με ΔΔΑΚ είχαν σημαντικά μικρότερη επιβίωση σε σχέση με εκείνους χωρίς ΔΔΑΚ (41.6% έναντι 64.6% στα 5 έτη, p=0.02) ενώ οι ασθενείς με ΔΔΑΚ 2ου/3 ου βαθμού είχαν σημαντικά μικρότερη επιβίωση έναντι εκείνων χωρίς ΔΔΑΚ (28.2% έναντι 64.6%, p=0.002) και των ασθενών με ΔΔΑΚ 1ου βαθμού (28.2% έναντι 53.3%;p=0.03). Οι ασθενείς με ΔΔΑΚ 1ου βαθμού και χωρίς ΔΔΑΚ είχαν παρόμοια επιβίωση. Συμπεράσματα: Η ΔΔΑΚ ήταν σημαντικά συχνότερη στους ασθενείς με ασκίτη. Η ύπαρξη και η σοβαρότητα της ΔΔΑΚ στους ασθενείς με κίρρωση και ασκίτη σχετίστηκε σημαντικά με τη φλεγμονώδη δραστηριότητα. Η προχωρημένη ΔΔΑΚ (2ου/3 ου βαθμού) συνδυάστηκε με κυκλοφορική και νεφρική δυσλειτουργία, η οποία πιθανώς σχετίζεται με τον υψηλότερο κίνδυνο επανεμφάνισης ασκίτη και ηπατονεφρικού συνδρόμου και την υψηλότερη θνητότητα σε αυτή την υποομάδα ασθενών. Η καρβεδιλόλη μπορεί να βελτιώσει την διαστολική δυσλειτουργία σε ασθενείς με κίρρωση και ΔΔΑΚ | |
heal.advisorName | Καλαμπόκης, Γεώργιος | |
heal.committeeMemberName | Καλαμπόκης, Γεώργιος | el |
heal.committeeMemberName | Χρήστου, Λεωνίδας | el |
heal.committeeMemberName | Χριστοδούλου, Δημήτριος | el |
heal.committeeMemberName | Μηλιώνης, Χαράλαμπος | el |
heal.committeeMemberName | Λιάμης, Γεώργιος | el |
heal.committeeMemberName | Κατσάνος, Κωνσταντίνος | el |
heal.committeeMemberName | Μπαλταγιάννης, Γεράσιμος | el |
heal.academicPublisher | Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων. Σχολή Επιστημών Υγείας. Τμήμα Ιατρικής | el |
heal.academicPublisherID | uoi | el |
heal.numberOfPages | 126 σ. | el |
heal.fullTextAvailability | true | - |
Appears in Collections: | Διδακτορικές Διατριβές - ΙΑΤ |
Files in This Item:
File | Description | Size | Format | |
---|---|---|---|---|
Christaki-PhD-uoi-2025.pdf | 5.46 MB | Adobe PDF | View/Open |
Items in DSpace are protected by copyright, with all rights reserved, unless otherwise indicated.