Please use this identifier to cite or link to this item: https://olympias.lib.uoi.gr/jspui/handle/123456789/27768
Full metadata record
DC FieldValueLanguage
dc.contributor.authorΜαστροθεόδωρος, Γεώργιος Π.el
dc.date.accessioned2016-12-14T13:15:07Z-
dc.date.available2016-12-14T13:15:07Z-
dc.identifier.urihttps://olympias.lib.uoi.gr/jspui/handle/123456789/27768-
dc.identifier.urihttp://dx.doi.org/10.26268/heal.uoi.3315-
dc.rightsDefault License-
dc.subjectΜεταβυζαντινές εικόνεςel
dc.subjectΧρωστικέςel
dc.subjectΜεταλλικά φύλλαel
dc.subjectΠροετοιμασίεςel
dc.subjectΕρμηνείαel
dc.subjectΔιονύσιος εκ Φουρνά (1670-1746)el
dc.subjectΦθορισιμετρία ακτίνων Χel
dc.subjectΗλεκτρονική μικροσκοπία σάρωσηςel
dc.titleΧρωστικές κονίες και άλλα υλικά μεταβυζαντινής ζωγραφικήςel
dc.titlePigments and various materials of post - byzantine paintingen
heal.typedoctoralThesis-
heal.type.enDoctoral thesisen
heal.type.elΔιδακτορική διατριβήel
heal.classificationΕικόνες μεταβυζαντινέςel
heal.classificationΧρωστικέςel
heal.languageel-
heal.accessfree-
heal.recordProviderΠανεπιστήμιο Ιωαννίνων. Σχολή Θετικών Επιστημών. Τμήμα Μηχανικών Επιστήμης Υλικώνel
heal.publicationDate2016-
heal.bibliographicCitationΒιβλιογράφία : σ. 323-351el
heal.abstractΠερίληψη Τα φορητά θρησκευτικά ζωγραφικά έργα που κατασκευάζονται και χρησιμοποιούνται στα πλαίσια της ορθόδοξης χριστιανικής λατρείας αποκαλούνται ‘φορητές εικόνες’ ή απλώς ‘εικόνες’. Η καθιέρωση της ζωγραφικής εικόνων ανάγεται στους πρωτοχριστιανικούς χρόνους και θεωρείται ότι έφθασε στο απόγειό της -ως προς τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των σχετικών έργων- κατά την βυζαντινή περίοδο (Βοκοτόπουλος 1995). Εντούτοις -και παρά την οθωμανική και βενετική επικυριαρχία- η παραγωγή φορητών εικόνων συνεχίστηκε στον ελλαδικό χώρο και κατά τη μεταβυζαντινή περίοδο (1453-1830), στη διάρκεια της οποίας παρήχθησαν υψηλής καλλιτεχνικής ποιότητας έργα. Οι συνήθεις/τυπικές φορητές εικόνες κατασκευάζονταν επί ξύλινων υποστηριγμάτων τα οποία καλύπτονταν με υλικά προετοιμασίας ώστε να δημιουργηθούν ομοιογενώς απορροφητικές επιφάνειες κατάλληλες προς ζωγραφική διακόσμηση. Επί των προετοιμασμένων ξύλινων υποστηριγμάτων τοποθετούνταν ακολούθως τα χρωματικά στρώματα (μίγματα χρωστικών με συνδετικές ύλες) ενώ συχνά τα έργα διακοσμούνταν περαιτέρω με επικόλληση λεπτότατων -συνήθως χρυσών ή αργυρών- μεταλλικών φύλλων. Τα υλικά και οι τεχνικές ζωγραφικής εικόνων περιγράφονται αναλυτικά στην ‘Ερμηνεία’, ένα τεχνικό εγχειρίδιο που συνεγράφη από τον ιερομόναχο Διονύσιο περί το 1730 (Διονύσιος 1997). Η αναβίωση του ενδιαφέροντος για τη βυζαντινή ζωγραφική κατά τον 20ο αιώνα οδήγησε στη συγγραφή και άλλων σχετικών τεχνικών κειμένων (όπως: Κόντογλου 1993), ενώ τις τελευταίες δεκαετίες τα υλικά κατασκευής βυζαντινών και μεταβυζαντινών εικόνων προσδιορίζονται εργαστηριακά δια εφαρμογής φυσικοχημικών τεχνικών αναλύσεως (Sotiropoulou και Daniilia 2010). Ωστόσο πολλές από τις σύγχρονες ερευνητικές εργασίες εστιάζονται στην αποκλειστική διερεύνηση συγκεκριμένων υλικών (ενδεικτικά: Karapanagiotis et al 2013) ή/και στην εξέταση περιορισμένου αριθμού έργων (ενδ.: Burgio et al 2003). Ως εκ τούτου αρκετά ζητήματα -όπως λ.χ. το είδος και τα μικροδομικά χαρακτηριστικά των μεταλλικών φύλλων καθώς και η έκταση χρήσεως συγκεκριμένων χρωστικών κατά τη μεταβυζαντινή περίοδο- δεν έχουν προς το παρόν αποσαφηνιστεί. Με σκοπό την διερεύνηση των ανόργανων υλικών και των χρωστικών που χρησιμοποιούνταν στην κατασκευή των ελληνικών εικόνων κατά τη μεταβυζαντινή περίοδο, περισσότερα από εξήντα έργα εξετάστηκαν ενδελεχώς με σύγχρονες τεχνικές ανάλυσης. Η πειραματική μεθοδολογία που εφαρμόστηκε περιλαμβάνει επιτόπιες XRF αναλύσεις καθώς και εργαστηριακή εξέταση μικροδειγμάτων δια εφαρμογής οπτικής μικροσκοπίας, ηλεκτρονικής μικροσκοπίας σάρωσης σε συνδυασμό με μικροανάλυση ακτίνων X, περιθλασιμετρίας ακτίνων X και μικροφασματοσκοπίας Raman. Στα πλαίσια της διδακτορικής διατριβής διερευνήθηκαν τα υλικά προετοιμασίας των ξύλινων φορέων, τα μεταλλικά διακοσμητικά φύλλα και οι συγκολλητικές ύλες που χρησιμοποιούνταν για την επισύναψή τους στα ζωγραφικά έργα, καθώς και οι ανόργανες χρωστικές. Τα αναλυτικά δεδομένα καταδεικνύουν ότι οι μεταβυζαντινοί τεχνίτες είχαν πρόσβαση σε πλήθος ανόργανων χρωστικών, ορισμένες από τις οποίες πιθανώς παραλαμβάνονταν από τοπικές πηγές. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων τα χρησιμοποιηθέντα φύλλα χρυσού ήταν υψηλής καθαρότητας, ενώ αργυρά φύλλα χρησιμοποιούνταν σε σημαντικά μικρότερη έκταση και κυρίως μετά τον 17ο αιώνα. Διαπιστώθηκε επίσης ότι κατά την εν λόγω περίοδο στον ελλαδικό χώρο εφαρμόζονταν εξειδικευμένες τεχνικές κατασκευής ζωγραφικών έργων, ορισμένες από τις οποίες δεν περιγράφονται στα σωζόμενα μεταβυζαντινά τεχνικά εγχειρίδια τύπου ‘Ερμηνείας’. Τέλος, βάσει σχετικών αναφορών σε μεταβυζαντινά εγχειρίδια και παρατηρήσεων επί ορισμένων από τις υπό εξέταση φορητών εικόνων, διερευνήθηκαν οι πρακτικές ‘συντήρησης’ που εφάρμοζαν οι μεταβυζαντινοί τεχνίτες.el
heal.abstractThe Greek word ‘icon’ is commonly used to denote the ritual panel paintings used in the context of orthodox Christian church. On the basis of historical records, the craft of icon painting is thought to have existed from the very beginnings of Christianity, while it peaked artistically during the byzantine period (~330-1453) (ΐνθνηφπνπινο 1995). As far as the modern-day Greece areas are concerned, the craft continued to be practiced throughout the post-byzantine period (~1453-1830) and the outcome includes numerous skillfully crafted icons. A common/typical icon is manufactured on a wooden panel which has been covered by a gesso/preparatory layer in order to acquire absorbent surface, appropriate for painting. Subsequently, the paint layers (pigments-binding media mixtures) are laid on the gesso-covered panel, while quite commonly the paintings are further decorated by applying extremely thin gold or silver leaves. The materials and techniques of icon painting are described in detail in the ‘Hermeneia’, a technical manual written by an early 18th century Greek Hieromonk (Αηνλχζηνο 1997). The recent revival of the interest towards byzantine painting led to the composition of other similar technical texts (such as Κφληνγινπ 1993), while during the last few decades icons’ materials have been identified through physicochemical investigations (Sotiropoulou and Daniilia 2010). Nevertheless, the pertinent scientific studies have been mostly focused either on specific material aspects (e.g. Karapanagiotis et al 2013) or/and on limited number of artefacts (e.g. Burgio et al 2003). Consequently, several material aspects –such as the type/purity and the structural characteristics of metal leaves, the frequency of the use of several artificial inorganic pigments etc- have not yet been examined in detail. In the framework of the present PhD research programme, more than sixty portable icons have been subjected to detailed analysis with emphasis on inorganic materials (such as pigments) and certain fabrication features. The analytical protocol included in situ X-ray fluorescence analyses as well as laboratory microsample examination and analyses by optical microscopy, scanning electron microscopy (SEM-EDX), X-ray diffraction and micro-Raman spectroscopy. The preparatory/ground materials along with the metal-leaf decorations and relevant mordants, as well as the inorganic pigments have been thoroughly investigated. Analytical results indicate that post-Byzantine craftsmen had access to a reasonable variety of inorganic pigments, some of which were possibly collected by local sources. In the majority of the examined icons high-purity gold leaves have been applied, while silver leaves were used in a far less extend and mostly beyond the end of the 17th century. Moreover, it turned out that during the post-byzantine period a few Greek icons were manufactured by using techniques more involved than those described in surviving Greek technical texts such as the ‘Hermeneia’. Finally, on the basis of pertinent references in technical manuals and analytical data derived from the examined icons, the icon ‘conservation’ practices of the post-byzantine craftsmen were exploited.en
heal.advisorNameΜπέλτσιος, Κωνσταντίνοςel
heal.committeeMemberNameΜπέλτσιος, Κωνσταντίνοςel
heal.committeeMemberNameΚαρακασίδης, Μιχαήλel
heal.committeeMemberNameΜπασιάκος, Ιωάννηςel
heal.committeeMemberNameΓουρνής, Δημήτριοςel
heal.committeeMemberNameΠαϊπέτης, Αλκιβιάδηςel
heal.committeeMemberNameΦωκάς, Δημοσθένηςel
heal.committeeMemberNameΧατζηγεωργίου, Ευάγγελοςel
heal.academicPublisherΠανεπιστήμιο Ιωαννίνων. Σχολή Θετικών Επιστημών. Τμήμα Μηχανικών Επιστήμης Υλικώνel
heal.academicPublisherIDuoi-
heal.numberOfPages351 σ.-
heal.fullTextAvailabilitytrue-
Appears in Collections:Διδακτορικές Διατριβές - ΜΕΥ

Files in This Item:
File Description SizeFormat 
Δ.Δ. ΜΑΣΤΡΟΘΕΟΔΩΡΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Π. 2016.pdf16.16 MBAdobe PDFView/Open


This item is licensed under a Creative Commons License Creative Commons